Σάββατο 10 Μαΐου 2008

Των φρονίμων τα παιδιά να κοιτάνε τη δουλειά τους, Μέρος 2ο

Το μυαλό μου προσπαθεί να λειτουργήσει: με λεωφορείο δεν παίζει –οπότε ταξί – στρίβω αποφασιστικά για να βγω στον κεντρικό, ενώ νιώθω ήδη τις πρώτες σταγόνες ιδρώτα στο μέτωπο μου συνοδευόμενες από την ανάλογη θερμότητα αλλά ευτυχώς για την ώρα όχι και την χαρακτηριστική συνοδό μυρωδιά υπερλειτουργούντος ατμοσίδερου Stirella.. Πω ρε πούστη μονολογώ και δεν πρόλαβα να βάλω και axe. Μπα καλύτερα σκέφτομαι.. Θα πέφταν όλες πάνω μου. Λυσσάρες

Κοιλιά Δεύτερη

Εδώ, το πλάνο έχει εστιάσει στον κεντρικό δρόμο που σφύζει από κίνηση όπως κάθε δρόμος που σέβεται τον εαυτό του τέτοια ώρα καθημερινή πλην πέμπτης και εθνικών εορτών. Λεωφορεία στριμώχνονται, αμάξια κορνάρουν, μηχανάκια κάνουν ελιγμούς F-16, και πεζοί διασχίζουν ανέμελα την άσφαλτο σε οποιοδήποτε δυνατό σημείο – εξαιρούνται διαβάσεις και φανάρια. Εγώ είμαι εκείνος ο αναμαλλιασμένος στη διασταύρωση όχι της πρώτης ε, δεύτερης τρίτης, τέταρτης καθέτου στον κεντρικό – να, ζουμάρει η κάμερα τώρα - με το χέρι ανυψωμένο σε οξεία γωνία, σαφώς μικρότερη των 45 μοιρών. Η παρουσία της κυρίας λίγο πιο μπροστά μου, με παρόμοιες προθέσεις με τις δικές μου αυξάνει τη δραματικότητα της κατάστασης καθώς είναι ολοφάνερο από την σχετική μας θέση ότι εκείνη θα εξυπηρετηθεί πριν από μένα.
Ευτυχώς, θυμήθηκα να πάρω μαζί μου τον προσωπικό μου διακτινιστή. Τσεκάρω στην τσέπη μου – ναι εδώ είναι. Πάλι καλά που τον φόρτισα αποβραδίς. Το μόνο που χρειάζομαι τώρα είναι να βρω ένα χώρο όπου κανείς δε θα προσέξει την εξαφάνιση μου, είναι κανόνας ότι δεν πρέπει να προκαλούμε τους μαγκλ (σε σειρά βιβλίων υπο των τίτλο Χάρρη Πώταιρ που αναμένεται σύντομα να κάνει πάταγο σύμφωνα με την οξυδέρκεια μου, ως Μαγκλ αναφέρονται οι μη έχοντες μαγικές ικανότητες άνθρωποι που διαχωρίζονται από τους έχοντες – κάτι ανάλογο με τους μη έχοντες μέσο στη σύγχρονη κοινωνία). Συνέρχομαι γρήγορα και επανέρχομαι στην πραγματικότητα.
Ήδη έχουν περάσει 5 ταξί, τα 2 σταμάτησαν διερευνητικά – το ένα παραλίγο πάνω μου – και η κατάσταση παραμένει η ίδια, ενώ η κυρία μπροστά έχει αρχίσει να μου ρίχνει ανησυχητικές ματιές, καθώς πλέον έχει αντιληφθεί την ανταγωνιστική παρουσία μου (Κάπου εδώ εισβάλλει υποσυνείδητα στο μυαλό μου η εικόνα της σεβαστής κυρίας σε στάση μπάντζι τζάμπινγκ με εμένα να κόβω – αντλώντας σατανικά άγρια χαρά - αργά αλλά σταθερά το σκοινί που την συγκρατεί). Ένα μηχανάκι με πνιχτές στριγκλιές από τα φρεναρίσματα που απαιτούν οι επιδέξιοι ελιγμοί (βλέπε παραπάνω) διακόπτει την οπτική αυτή αναμέτρηση και μας επαναφέρει στο σκληρό και αδυσώπητο αγώνα για την ανεύρεση ταξιού. Κάπου εδώ – αν όχι εδώ τουλάχιστον στις επόμενες σειρές - νομίζω ότι η προοικονομία της αφήγησης απαιτεί με κάποιο τρόπο το μαρτύριο μου να λάβει τέλος, αφού όποιος το διαβάζει θα έχει αρχίσει ήδη να σκέφτεται τι θα κάνει μετά, τι μαλακία έκανε που διάβασε το αυτό κείμενο, τι έφαγε πιο πριν ή τι θα φάει μετά. Το επόμενο ταξί έχει βγάλει αλάρμ από αρκετά πιο νωρίς, σημείο ενθαρρυντικό και πράγματι σταμάτα στο ύψος της θείας ενώ εγώ δυσκολεύομαι να συγκρατήσω το χαμόγελο μου σίγουρος ότι θα εξυπηρετήσει εμένα δεδομένου ότι τα Πανεπιστήμια ως προορισμός είναι φύσει και κυρίως θέσει κομβικός και κατά συνέπεια βολικός για κάθε έμπειρο ταξιτζή. Χαμόγελο, βέβαια που μετατρέπεται ταχύτατα από χαμόγελο Μπονάτσου σε χαμόγελο Κυριάκου Μητσοτάκη, ενώ συνεχίζεται με εντατικότερους πλέον ρυθμούς η παραγωγή εκ μέρους μου άφθονου ιδρώτα με αποτέλεσμα ήδη να νιώθω το γνωστό αίσθημα δυσαρέσκειας που περιγράφεται από τη φράση : κολλάνε τα ρούχα πάνω μου και ειδικά στις δασύτριχες μασχάλες μου (ας μην αναφερθώ εκτενέστερα..) Είπαμε όμως, αρκετά με το μαρτύριο, οπότε ο Παντελεήμων (καμία σχέση με τον περιπτερά της γειτονιάς που συστήνεται σε αγνώστους ως Παντελεήμων ως πιο αριστοκρατικό έναντι του λαϊκού, οριακά λούμπεν Παντελής) με λυπάται και εμφανίζεται ταξί ελεύθερο (ταξί ελεύθερο τέτοια ώρα ? είναι προφανές ότι πρόκειται για θαύμα Θεού..) που σταματά μπροστά μου.. Λύτρωση.. Αποθέωση.. Σταυρώστε με (με την έννοια της αποθέωσης όπως τραγουδήθηκε και υμνήθηκε από την μεγάλη μας τραγωδό Έφη Σαρρή (βλέπε σχετικό λινκ:
http://www.efisarri.com)/.
O ταξιτζής, φτυστός ο αδερφός του Παύλου Κοντογιαννίδη κατεβάζει το παράθυρο:
«Για πού?»
«Πανεπιστήμια» απαντάω
«Οκ - μου λέει - αλλά ..»
«Ναι ,ναι» τον διακόπτω - τι αλλά τέτοια ώρα καίγομαι - και κάνω να μπουκάρω –
«Ναι – συνεχίζει - αλλά από την πάνω μεριά.»
Τον κοιτάω ..είναι μαλάκας - σκέφτομαι, και γρήγορα περνάω από την πάνω πλευρά του αμαξιού, ανοίγω την πόρτα, μπαίνω και δίνω το σήμα: «φύγαμε»..
Με κοιτάζει απ τον καθρέφτη «ε, μάλλον δε με κατάλαβες - από την πάνω πλευρά των πανεπιστημίων εννοούσα..» .. είναι μαλάκας - σκέφτεται. Το μόνο που καταφέρνω να ψελλίσω, με ευγλωττία Θοδωρή Δρακάκη είναι ένα «ναι, ναι βέβαια κανένα πρόβλημα».

5 σχόλια:

Mh Xeirotera είπε...

Kalhmera ke kalh evdomada :)

Omorfo keimeno...

lee είπε...

"Κάπου εδώ – αν όχι εδώ τουλάχιστον στις επόμενες σειρές - νομίζω ότι η προοικονομία της αφήγησης απαιτεί με κάποιο τρόπο το μαρτύριο μου να λάβει τέλος, αφού όποιος το διαβάζει θα έχει αρχίσει ήδη να σκέφτεται τι θα κάνει μετά, τι μαλακία έκανε που διάβασε το αυτό κείμενο, τι έφαγε πιο πριν ή τι θα φάει μετa".

Εγω παντως το παραδεχομαι. Κουλουρι Θεσσαλονικης ματσακώνησα λιγο πριν διαβασω αυτη τη γραμμη.

Ανοιγε τηλεοραση το πρωι, ειναι πιο αποτελεσματικη και απο πικρο καφε.

sitofkris είπε...

to kako me to axe exi paragini
olo me dagomaties girizo spiti,mia fora girisa+xoris ena xeri
zo ena drama

Μιμης Ζερβος είπε...

mh xeirotera - καλη βδομάδα?μη χειρότερα

lee - αλήθεια είναι ότι ο γρηγόρης,η ελενη και τ αλλα παιδια με ξυπνανε για τα καλα

sitofkris - μαζευω υπογραφες έννοια σου

2457856 είπε...

φιλε μου... τι να πω;
τι μένει να πω που δεν είπες..

πόσα; πόσα ξέρεις;